Μαρίνα Γυρα,

Ο συνθετικός στόχος των Σαράντα – δύο σύντομων κομματιών για πιάνο του Γιάννη Ιωαννίδη

Τα Σαράντα - δύο σύντομα κομμάτια για πιάνο του Γιάννη Ιωαννίδη αποτελούν “λακωνικές”, μα καθ’ όλα περιεκτικές δωδεκαφθογγικές συνθέσεις και αποσκοπούν σε ένα διπολικό παιδαγωγικό στόχο. Από τη μία αποτελούν αυτοτελή “μουσικά αρχιτεκτονήματα” μέσα από τα οποία παρέχεται η δυνατότητα της μελέτης και της διδασκαλίας της Σύνθεσης και από την άλλη αποτελούν “πιανιστικές μικρογραφίες” με τις οποίες ο νεαρός καλλιτέχνης του πιάνου αντιλαμβάνεται μέσα από τη μελέτη τους τις σύγχρονες, κυρίως, μα και ευρύτερες πιανιστικές τεχνικές.

Μελετώντας τον τρόπο δόμησης των κομματιών οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ένα αμάλγαμα του παρόντος με το παρελθόν, καθώς -παρά το γεγονός ότι πρόκειται για 42 σύγχρονης τεχνοτροπίας μουσικά κομμάτια- η συνθετική λογική τους μεταφέρει τη σκέψη μας πολλούς αιώνες πίσω. Στην εποχή που το “σκέπτεσθαι” ήταν απαραίτητη ή και μοναδική προϋπόθεση του “πράττειν”, τότε που ο αυστηρός και ευθυτενής δωρικός κύων συγκινούσε τις ανθρώπινες ψυχές.

…Από όλες τις Τέχνες αυτή που βρίσκεται πλησιέστερα στη Φιλοσοφία είναι ασφαλώς η Μουσική, καθώς σ’ αυτήν όλα τα στοιχεία και οι διεργασίες κινούνται σ’ έναν “άυλο” και φανταστικό χώρο, ενώ ο τελικός στόχος της μορφοπλαστικής διαδικασίας είναι η συγκεκριμενοποίηση του αφηρημένου, διαμέσου της σύνθεσης καθαρών και αυθύπαρκτων ηχητικών δομικών σχημάτων και συνδυασμών, γράφει ο Γιάννης Ιωαννίδης στο “Η Μουσική Σκέψη” από τα “γραφτά για τη μουσική, ΙX” (Αθήνα, Ιούλιος 1997).

Η σκέψη αυτή παίρνει σάρκα και οστά στη πιανιστική αυτή συλλογή του Γ. Ιωαννίδη, καθώς συναντάμε κατ’ επανάληψιν καθαρές αρχιτεκτονικές έννοιες με βάση τις συμμετρικές δομές, που δε θα μπορούσαν παρά να εφαρμόζονται στα γεωμετρικά σχήματα που δημιουργούνται από τους διαστηματικούς και ρυθμικούς συνδυασμούς, όπως τα συναντάμε συχνά στα έργα του A. Webern, (στον οποίον χρωστάμε και την αναγωγή του σχήματος σε δομικό στοιχείο), χωρίς μ’ αυτόν τον τρόπο να αναιρείται η αυτονομία του κάθε φθόγγου ή “σημείου” όπως θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε.

Στα πλαίσια της συμμετρικής λογικής εντάσσεται και η διαμόρφωση του μακροδομικού σχήματος, της φόρμας, την οποία συναντάμε στην κλασική διμερή, τριμερή ή στροφική μορφή. Πέρα όμως από τους γεωμετρικούς κανόνες εφαρμόζονται και οι φυσικοί κανόνες, που θέλουν το υλικό να ξεκινάει από το στάδιο της δόμησης και να καταλήγει στην αποδόμησή του και το αντίστροφο, δημιουργώντας έτσι φυσικές “πυκνώσεις” και “αραιώσεις”.

Πώς όμως οι τόσο “λευκές” και με αυστηρούς γεωμετρικούς κανόνες συνθέσεις μπορούν να αποκτήσουν χρώμα μέσα από την πιανιστική εκφραστική ερμηνεία; “Η εκφραστικότητα δομεί και η δόμηση εκφράζει” είναι η απάντηση του Γιάννη Ιωαννίδη. Με τη συλλογή αυτή κατορθώνει ουσιαστικά να αποδείξει πως, όπως ένα σχήμα –τρίγωνο, τετράγωνο, κύκλος- αποτελεί φορέα εκφραστικού και συγκινησιακού περιεχομένου, έτσι και μια μουσική δομή αποτελεί ένα επικοινωνιακό μέσο, που έχει σαν σκοπό τα στοιχεία της να λειτουργούν ως σύμβολα.

Καλύπτεται έτσι ο δεύτερος στόχος του συνθέτη, το να εκπαιδεύσει, μέσω της μελέτης της ερμηνείας των όχι εξαιρετικά απαιτητικών κομματιών, τους νεαρούς πιανίστες στο να αναδείξουν μέσα από τα καθαρά σχήματα την συγκινησιακή κι εκφραστική τους προσέγγιση. Η συλλογή, όχι μόνο δεν υστερεί σε τίποτα από οποιαδήποτε συλλογή πιανιστικής παιδαγωγικής, καθώς εμπεριέχει όλα όσα χρειάζεται ο νεαρός καλλιτέχνης για να διδαχθεί την πιανιστική τέχνη (ανεξαρτησία χεριών, αντίληψη της έννοιας της φράσης, ρυθμική “αμετρικότητα” κλπ.), αλλά πάνω απ’ όλα αποτελεί έναν πολύ σημαντικό “οδηγό”, μέσα από τον οποίο ο νεαρός πιανίστας θα μπορέσει να προσεγγίσει με πολύ “εκφραστικό” και συχνά “ρομαντικό” τρόπο τις σύγχρονες συνθετικές τεχνικές (ανοχή στη διαφωνία, χρήση clusters, αποδέσμευση από την έννοια της αρμονίας και μελωδίας κλπ.).

Οδηγός για Σύνθεση ή Πιανιστική Συλλογή; Ο, τι και να διαλέξουμε το κίνητρο του Γ. Ιωαννίδη μας αποκαλύπτει τη βαθύτερη και ουσιαστικότερη πρόθεσή του:

“…να αντικρούσω έμπρακτα τις διάφορες δοξασίες, που κυκλοφορούν ευρύτατα (και αλλού, αλλά κυρίως στη χώρα μας) περί “αυθορμητισμού” και περί “αμεσόστητας της έκφρασης” ή περί “ψυχικής επαφής” κ.λ.π., των οποίων κοινός παρονομαστής είναι κάποια ανεξήγητη εχθρότητα προς το σκέπτεσθαι”.